Ζωή Ρούσσου: “Η επιστήμη είναι γένους θυληκού!”

Στο πλαίσιο των προσπαθειών για την κατοχύρωση της ισότητας των φύλων και της ενίσχυσης του κοινωνικού και πολιτιστικού ρόλου των γυναικών στη σύγχρονη ζωή, η Γενική Συνέλευση του Ο.Η.Ε. έχει καθιερώσει την 11η Φεβρουαρίου ως Διεθνή Ημέρα Γυναικών και Κοριτσιών στην Επιστήμη. Σε μια επιπόλαιη θεώρηση αυτός ο εορτασμός μπορεί να φαντάζει υπερβολικός ή και περιττός, τουλάχιστον για τον προηγμένο κόσμο, αλλά τα δεδομένα αναδεικνύουν τη σπουδαιότητά του. Σύμφωνα με μελέτη, που πραγματοποιήθηκε σε 14 χώρες, η πιθανότητα για τις γυναίκες να αποφοιτήσουν με Bachelor, Master΄s ή Διδακτορικό τίτλο σε κάποιο επιστημονικό τομέα ανέρχεται σε 18%, 8% και 2% αντίστοιχα, ενώ τα ανάλογα ποσοστά για τους άντρες σπουδαστές είναι 37%, 18% και 8%.

Πραγματικά, ακόμα και στον 21ο αιώνα, οι γυναίκες επιστήμονες δεν έχουν τις ευκαιρίες και τις ανταμοιβές, που τους αξίζουν. Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι μόλις το 3% περίπου των επιστημονικών βραβείων Νόμπελ έχουν απονεμηθεί σε γυναίκες. Δυστυχώς, διαιωνίζονται διακρίσεις σε βάρος των γυναικών, που έχουν τη ρίζα τους σε προκαταλήψεις και στερεότυπα, που αναπαράγουν το μύθο της υποτιθέμενης κατωτερότητας του «ασθενούς φύλου», όσον αφορά τις επιδόσεις κυρίως σε θετικούς επιστημονικούς τομείς. Παράλληλα παγκοσμίως οι γυναίκες έχουν πενιχρή εκπροσώπηση τόσο στις πανεπιστημιακές έδρες όσο και στα ερευνητικά εργαστήρια.

Παρόλ΄ αυτά τα δυσοίωνα, υπάρχουν λαμπρά παραδείγματα –τόσο στο μακρινό παρελθόν όσο και στη σύγχρονη εποχή-, που διαψεύδουν περίτρανα τις σοβινιστικές προσεγγίσεις. Γνωστότερο είναι βέβαια το παράδειγμα της Μαρίας Κιουρί, που κέρδισε βραβεία Νόμπελ Φυσικής και Χημείας το 1903 και το 1911 αντίστοιχα. Πολλά είναι τα λαμπρά παραδείγματα και Ελληνίδων, που διαπρέπουν σε επιστημονικούς κλάδους, καθώς η μικρή χώρα μας έχει μακραίωνη παράδοση και δυναμική παρουσία στην επιστήμη. Ενδεικτικά μόνο μπορούν να αναφερθούν οι περιπτώσεις της δόκτορος Ελένης Μακαρώνας , ερευνήτριας στο Ινστιτούτο Μικροηλεκτρονικής του «Δημόκριτου» (βραβευθείσα από την UNESCO το 2010) και της αστροφυσικού Αθηνάς Κουστένη, διευθύντριας στο Εθνικό Κέντρο Επιστημονικών Ερευνών της Γαλλίας.

Αν βέβαια ανέτρεχε κανείς σε όλο το μακροσκελή κατάλογο διακεκριμένων στις επιστήμες Ελληνίδων, θα διαπίστωνε ότι οι περισσότερες ζουν και προσφέρουν τους πολύτιμους καρπούς του πνευματικού τους μόχθου στο εξωτερικό. Το λυπηρό αυτό γεγονός επαναφέρει τη συζήτηση στο γενικότερο φαινόμενο του «brain-drain», της μαζικής μετανάστευσης Ελλήνων επιστημόνων, μιας από τις πιο οδυνηρές συνέπειες της οικονομικής κρίσης. Επιβάλλεται να τονιστεί για μια ακόμα φορά ότι το μέλλον και η σωτηρία της ελληνικής οικονομίας και κοινωνίας βρίσκονται σε άμεση εξάρτηση με την επιστημονική, τεχνολογική και επιχειρηματική δράση, που είναι άλλωστε αλληλένδετες. Σήμερα αξιέπαινοι Έλληνες και Ελληνίδες ερευνητές, πανεπιστημιακοί δάσκαλοι, αλλά και ταλαντούχοι σπουδαστές και φοιτητές δίνουν έναν άνισο αγώνα καινοτομίας και προόδου στα πανεπιστημιακά και πολυτεχνικά ιδρύματα της χώρας και στα λιγοστά, ανεπαρκή σε έμψυχο και άψυχο δυναμικό, ερευνητικά κέντρα. Πότε επιτέλους η ελληνική κυβέρνηση, που τόσο περιχαρής εξήγγειλε την έξοδο από την κρίση, θα λάβει αποφασιστικά μέτρα για την ενίσχυση αυτών των παραγωγικών τομέων;

Επιπρόσθετα, η ελληνική πολιτεία επιβάλλεται να μεριμνήσει ειδικότερα και για την πρακτική και ηθική ενδυνάμωση των Ελληνίδων επιστημόνων, επιχειρηματιών, επαγγελματιών. Οι μορφωτικοί φορείς είναι αναγκαίο να δώσουν προτεραιότητα στον αγώνα για την εξάλειψη των στερεοτυπικών αντιλήψεων σε βάρος των γυναικών, που τελικά καταλήγουν σε στέρηση της κοινωνίας και του πολιτισμού από τη δημιουργική προσφορά τους. Γενικότερα, όλοι μας, με αφορμή αυτή την παγκόσμια ημέρα, πρέπει να ευαισθητοποιηθούμε για την αποκατάσταση των δικαιωμάτων της γυναίκας στο σύγχρονο κόσμο, όπου η κατάσταση κάθε άλλο παρά ιδανική είναι.

 

Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα “Κοινωνική” στις 13/2/2019